Εκείνα τα χρόνια για να τολμήσεις να πάρεις Σαρακατσάνα έπρεπε να ήσουν συνάφι τους, αλλιώς σε κοίταζαν με μισό μάτι. Είναι και η φυλή που καυχιέται συνέχεια για την καταγωγή της σε όλα τα επίπεδα, περήφανοι και δεμένοι μεταξύ τους σαν μια γροθιά.
Η μετάβαση τελικά ήταν γρήγορη και πολύ σύντομα έγινα κι εγώ δικό τους μέλος με όλα τα καλά που έχει ένας γαμπρός Σαρακατσάνων.
Ένα από αυτά τα καλά ήταν και οι Σαρακατσάνικες γιορτές που τότε είχαν την αίγλη τους, ακολουθούσαν πιστά τα ήθη κι έθιμα. Οι μεγαλύτεροι είχαν την τιμητική τους σε κάθε εκδήλωση. Πάντα πρώτοι εκείνοι θα άνοιγαν μια γιορτή με σεβασμό στην παράδοση και στα έθιμα που κρατούσαν από παλιά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις μεγάλες γιορτές και μαζώξεις που βίωσα στο σπίτι του πεθερού μου Θεόδωρου Γκαρέλη. Ειδικά στην ονομαστική του γιορτή. Ήταν μια τελετουργία μοναδική από κάθε άποψη. Περιμέναμε όλοι με σεβασμό στο μεσημεριανό τραπέζι τον παππού και την γιαγιά να αρχίσουν την προσευχή και τις ευχές για να ξεκινήσουμε. Ο παππούς Γιώργος Γκαρέλης ήταν μεγάλη μορφή. Τον γνώριζαν και οι πέτρες. Ο πιο ξακουστός και σεβαστός σε όλους τους Σαρακατσάνους. Μεγάλη παρακαταθήκη το όνομά του. Κάθε φορά θυμάμαι σε κάθε γιορτή καλούσε όλα τα εγγόνια του, τα φιλούσε ένα ένα, και στη συνέχεια έβγαζε το πορτοφόλι του και τα έδινε χρήματα. Σε όλους τα ίδια να μην έχουν παράπονο. Μου έλεγε πολλές ιστορίες ο μπάρμπα Γιώργος όταν καθόμασταν στη βεράντα και αγναντεύαμε τον κάμπο. Το πατρικό της Χρυσούλας είναι κτισμένο στους πρόποδες του βουνού με θέα καταπληκτική του κάμπου μέχρι που φτάνει το μάτι.
Αργότερα το βράδυ το σπίτι έσφυζε από ζωή από τους επισκέπτες.
Τα τραπέζια είχαν και του πουλιού το γάλα, και όλα από τα χέρια της πεθεράς.
Ολο το σπίτι σχεδόν ένα τραπέζι. Οι γυναίκες διάσπαρτες παντού πηγαδάκια και οι άντρες μαζεμένοι στο μεγάλο σαλόνι να μιλούν για πολιτική και σοδιές.
Το ψητό αρνί ήταν στην ημερήσια διάταξη σε κάθε γιορτή κάθε φορά, αλλά και μυρωδιές από τις πίτες να "σπάζουν" τα ρουθούνια μας και κάθε αντίσταση. Ξεχώριζα πάντα την γαλατόπιτα με πρόβειο γάλα σπεσιαλιτέ της πεθεράς που κάθε φορά μαλώναμε ποιος θα πρωτοπάρει. Ολοι ήταν καλεσμένοι, φίλοι, συγγενείς και συγχωριανοί, και όλοι τους τιμούσαν με την παρουσία τους κάθε γιορτινή εκδήλωση σαν μια οικογένεια...τι όμορφα χρόνια!.
Εκεί σε κείνες τις μαζώξεις και γιορτές γνώρισα τους περισσότερους συγγενείς της γυναίκας μου. Ανάμεσά τους ο Νομάρχης Κοζάνης και μετέπειτα Λάρισας Λουκάς Κατσαρός, ο Βουλευτής και Αντιπρόεδρος Βουλής Νίκος Κατσαρός και ο Κώστας Γαλλής, προϊστάμενος στην Δημόσια ΥΕΒ Θεσ/νίκης...πρώτα ξαδέρφια του πεθερού μου όλοι τους.
Μετά το τσιμπούσι οι μεγάλοι άρχιζαν το τραγούδι.
Ξεκινούσαν πάντα με ένα της τάβλας "τραπεζιάτικο"....
"Αφέντη μου στην τάβλα σου, χρυσή καντήλα καίει
δίχως αλ’σίδα στέκεται, χωρίς αέρα σειώτι
δίχως το λάδι και κερί, φέγγει τον κόσμο όλο
φέγγει και στον αφέντη μας, να μας κερνάει να πιούμε..."
Τίτλος τραγουδιού: ΑΦΕΝΤΗ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΤΑΒΛΑ ΣΟΥ (τάβλας)
Τραγούδι: ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΕΡΜΠΕΖΗΣ
Παύλο μου, καλημέρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟμολογώ ότι συγκινήθηκα για πολλούς λόγους. Πρωτίστως γιατί μου θύμησες έναν τρόπο ζωής που τον βίωσα και θυμάμαι τον αξιακό κώδικα εκείνης της κοινωνίας που τώρα υπάρχει μόνο ως μνήμη ή περιγραφή, αν είναι καλή και παραστατική η περιγραφή, όπως η δική σου.
Κατά δεύτερον η αναφορά σου στα πρόσωπα με γύρισε δεκαετίες πίσω, στο 1971, όταν φιλοξενήθηκα από τους Κατσαραίους, τον Νίκο και τον «αδερφό» Λουκά τόσο στη Λάρισα όσο και στο Αργυροπούλι. Στις αναφορές δε στα συγγενικά σου, εξ αγχιστείας, πρόσωπα θυμήθηκα ότι με αρκετούς έχουμε συναντηθεί σε γλέντια.
Τέλος να μου επιτρέψεις να σ’ ευχαριστήσω για την τιμή να αναρτήσεις αυτό το πολύ παλιό τραγούδι που έλκει τις ρίζες του στον 13ο μ.Χ. αιώνα και δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές άλλες κοινότητες, Θράκη, Ρωμυλία, κεντρική Μακεδονία, είναι κάλαντο. Σε μας λέγονταν πρώτο τα Χριστούγεννα και αργότερα από τα πρώτα σε κάθε τραγουδιστική περίσταση. Μόνο θα ήθελα να σε παρακαλέσω, στην αμοιβαία αγάπη και σεβασμό που έχουμε μεταξύ μας, ν’ αντικαταστήσεις μία λέξη που οι Σαρακατσαναίοι δεν την έλεγαν ποτέ κι αν ξέφευγε από κανέναν, τον περιγελούσαν για μια ζωή! Στη φράση «δίχως αλ’σίδα κρέμεται» να βάλεις «δίχως αλ’σίδα στέκεται»...
Οι δικοί μας ήταν πολύ αυστηροί στις εκφράσεις, τις μετρούσαν σε ζυγαριά ακριβείας, «έκοβαν τον αέρα από παντού» όπως έλεγαν χαρακτηριστικά! Αλοίμονο αν έλεγες ότι η χρυσή καντήλα «κρέμεται», θα σε σταύρωναν:
- άλλο πράμα κρέμεται, η καντήλα στέκεται!
Με την από καρδιάς απεριόριστη αγάπη, να είσαι πάντα καλά!
Έχεις απόλυτο δίκιο Βασίλη μου η καντήλα στέκεται...το διόρθωσα πάραυτα και σ΄ευχαριστώ για την επισήμανση, να σε έχει ο θεός καλά με απέραντο θαυμασμό και αγάπη!
ΔιαγραφήΗ γιορτή του πεθερού σου ήταν για όλο το σοι μια μεγάλη ευκαιρία χαράς και μάζωξης. Αξέχαστα χρόνια!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλένη μου ήταν από τις μεγαλύτερες κάθε χρόνο τι να πρώτοθυμηθείς🙂
ΔιαγραφήΠαύλο κ γω θυμάμαι γλέντια στα γκαρελεΐκα...συνήθως του Αγ. Γεωργίου στο σπίτι του νομού μου του Σωκράτη... πάντως να το παραδεχτούμε..οι Σαρακατσάνοι στα γλέντια κάνουν τη διαφορά!!!επίσης στη φώτο φαίνεται κ ο μπαμπάς μου νέος...σ ευχαριστώ Παυλιτο
ΑπάντησηΔιαγραφήΜα όλες είχαν την δική τους ιστορία και αίγλη Αρτεμις ήταν και τα χρόνια τέτοια που οι άνθρωποι γλεντούσαν σε κάθε ευκαιρία
Διαγραφή